σήμανσις

σήμανσις
σήμαν-σις, εως, , ([etym.] σημαίνω)
A notation, Nicom.Ar.2.6.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • σήμανσιν — σήμανσις notation fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σήμανση — η / σήμανσις, άνσεως, ΝΑ [σημαίνω] η τοποθέτηση, η επίθεση διακριτικού σημείου νεοελλ. 1. η σηματοδότηση 2. η λήψη και καταγραφή από την αστυνομία τών ανθρωπομετρικών στοιχείων και ιδίως τών δακτυλικών αποτυπωμάτων ατόμου και, κυρίως, υπόπτου 3.… …   Dictionary of Greek

  • σημάνσεως — σημάνσεω̆ς , σήμανσις notation fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”